«Ήττα δεν είναι να σκέφτεσαι τους φόβους σου, ήττα είναι να φοβάσαι τις σκέψεις σου».
Ο Μανόλης φόρεσε το μαγιό του και ξεκίνησε να πάει προς τη μικρή παραλία, να συναντήσει και τους υπόλοιπους. Ο ήλιος, διαγράφοντας την καθημερινή του τροχιά, πήγαινε προς τη δύση του σκορπώντας ένα φως που γλύκαινε τα πάντα τριγύρω. Τα δυνατά τους γέλια τον έκαναν να κοντοσταθεί και να τους χαζέψει για λίγο από μακριά.
Ο Άλκης με τον Μίμη κολυμπούσαν, ο Παντελής με την Εύη έπαιζαν ρακέτες, ο μικρός παράβγαινε στο τρέξιμο με τα σκυλιά και οι μεγάλο, αραχτοί, κάτι έλεγαν και χασκογελούσαν σαν ξέγνοιαστα παιδιά. Όλοι τους ήταν μαυρισμένοι, ωραίοι κι ευτυχισμένοι. Τους παράτησε ένα-ένα και θυμήθηκε πώς ήταν ένα χρόνο πριν έρθουν να εγκατασταθούν στο νησί.
Πριν ένα χρόνο η γυναίκα του ήταν στα πρόθυρα της κατάθλιψης, ο μικρός του γιος πάθαινε απανωτές κρίσεις άσθματος, ο Παντελής είχε σοβαρό πρόβλημα με τα ναρκωτικά, η Ελένη μαράζωνε, ο Παναγιώτης ήταν απελπισμένος, η Εύη μες στα νεύρα και ο Άλκης στα χαμένα. Όσο για τον ίδιο, ήταν πνιγμένος στους λογαριασμούς και κάπνιζε τρία πακέτα τσιγάρα την ημέρα.
Ένα χρόνο πριν κανείς δεν πίστευε ότι εκείνη η ακραία σκέψη του θα πραγματοποιούνταν και σε πολύ μεγάλο βαθμό θα πετύχαινε το σκοπό της. Κούνησε το κεφάλι και θυμήθηκε τι απάντησε στο δημοσιογράφο που το είχε ρωτήσει αν θα το ξανάκανε. «Αν κάνεις την υπέρβαση μια φορά, δε σταματάς. Εθίζεσαι».
Παρακολουθώντας τους, θυμήθηκε επίσης πόσα είχε τραβήξει τον τελευταίο χρόνο, τι κόπος χρειάστηκε για να τους πείσει και πόσα έγινα που τους άλλαξαν τη ζωή. Πριν ένα χρόνο κανείς δεν πίστευε ότι θα παρατούσαν τα πάντα στην Αθήνα και θα μετακόμιζαν σ’ αυτό το μικρό νησάκι, εδώ, στην άκρη του Αιγαίου, που έμοιαζε με βραχονησίδα. Όπως επίσης κανείς δεν πίστευε ότι αυτή τους η πράξη θα προξενούσε τόσο μεγάλη αναστάτωση, που θα ξεσήκωνε όλα τα ΜΜΕ της Ελλάδας...
«Οι εκδόσεις Τετράγωνο δημιουργήθηκαν από μια ανάγκη διαφορετικής επικοινωνίας στο χώρο των εκδόσεων. Θέλοντας να αποδεσμευτούμε από τους μεγάλους εκδοτικούς οίκους και τις απαιτήσεις τους, φτιάξαμε κάτι μικρό και κομψό με σκοπό να κυκλοφορούμε «χαλαρά» και χωρίς το άγχος των πωλήσεων να κρέμεται πάνω απ’ τα κεφάλια μας σαν δαμόκλειος σπάθη, μερικά βιβλία που σε άλλη περίπτωση δεν θα είχαν τύχη.
Θέλουμε περίεργα βιβλία, με ενδιαφέροντα θέματα απ’ όλους τους χώρους. Και μυθιστορήματα, και παιδικά, και ποίηση, και διηγήματα [που οι μεγάλοι οίκοι ισχυρίζονται ότι... «το διήγημα πέθανε» και ότι... «δεν πουλάνε πια»], ακόμη και coffee table books με πρωτοτυπία. Ξέρετε πόσα παιδιά υπάρχουν που δεν μπορούν να βρουν την άκρη τους γιατί οι μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι «καίγονται» να βγάλουν μόνο best seller;
Αυτό είναι το σκεπτικό σε χοντρικές γραμμές και αν βέβαια υπολογίσουμε και την τάση που επικρατεί τις τελευταίες δεκαετίες - «κάν’ το μόνος σου» - ε, τότε έχουμε αργήσει πολύ. Από κάποια στιγμή και μετά που οι νέοι καλλιτέχνες και οι νέοι δημιουργοί δεν μπορούσαν να βρουν πεδίο επικοινωνίας με τις εταιρίες μεγαθήρια και τις τεράστιες πολυεθνικές – εταιρίες δίσκων, γκαλερί, εκδοτικούς οίκους, στούντιο κτλ.- αποφάσισαν να το κάνουν...μόνοι τους. Να «παραδώσουν» την τέχνη τους στο κόσμο χωρίς μεσάζοντες. Χωρίς τις απαιτήσεις των πολυεθνικών ή των εταιριών που ξεκίνησαν σαν... ντελικατέσεν και έχουν καταντήσει σούπερ μάρκετ.
Έτσι ανέβηκαν πολλές μουσικές στο internet, έτσι φτιάχτηκε το my space ή το Youtube, έτσι κυκλοφόρησαν πολλά ενδιαφέροντα βιβλία και εκδόθηκαν πολλά free press και έτσι πολλοί μουσικοί παρακάμπτοντας τις εταιρίες έφτιαξαν τα δικά τους label και κυκλοφόρησαν τα cd τους. Ο Nikko Patrelakis ήταν απ’ τους πρώτους που το έκαναν και μου το έλεγε συνέχεια: «Ότι θέλεις, κάν’ το μόνος σου».
Για να πάρω όμως την απόφαση και να κάνω τις εκδόσεις Τετράγωνο, έπαιξε καταλυτικό ρόλο ο Σταμάτης Κραουνάκης και η απόφασή του να φύγει απ’ τις εταιρίες και να κυκλοφορεί μόνος του τα cd του με μεγάλη επιτυχία. Εκείνος βέβαια έχει την Δέσποινα –αδελφή του- που κάνει τα πάντα, αλλά δεν πειράζει και εγώ στο χώρο των βιβλίων θα βρω την άκρη μου.
Οι αγαθές προθέσεις μετράνε. Κι αν «σπάσω» τα μούτρα μου, δεν πειράζει... πάλι απ’ την αρχή, ξανά σε κάτι άλλο.» - Νίκος Μουρατίδης
Λίγα λόγια για την υπόθεση του βιβλίουΟ Μανόλης, η Άννα και τα τρία τους παιδιά, αποτελούν μια τυπική οικογένεια απ’ τις εκατοντάδες χιλιάδες που υπάρχουν στις Αθηναϊκές συνοικίες και που δύσκολα τα φέρνουν πέρα. Προβλήματα υπάρχουν και μπορεί να μην έχουν πάρει μεγάλες διαστάσεις, είναι όμως σε εξέλιξη.
Ο Παναγιώτης και η Ελένη, οι κουμπάροι τους, έχουν ήδη ένα πραγματικό πρόβλημα. Ο 16χρονος γιος τους, ο Παντελής, χωρίς να το έχει καταλάβει είχε μπλέξει με ναρκωτικά. Ο Μανόλης είναι ανήσυχος. Το να “σέρνουν” τις ζωές τους σε μια απίστευτα μίζερη καθημερινότητα, δεν είναι κάτι που τον καλύπτει. Η συνάντηση μ’ ένα φίλο απ’ τον στρατό στο γήπεδο και οι παλιές φωτογραφίες από εκείνη την εποχή, ξαναζωντανεύουν στην μνήμη του ένα μικρό εγκαταλειμμένο νησάκι κοντά στη Μυτιλήνη. Το νησάκι εγκαταλείφθηκε από τους λιγοστούς κατοίκους πριν το 1940 μετά από ένα μεγάλο σεισμό. Χωρίς να πει τίποτα σε κανένα πηγαίνει και το ξαναβρίσκει και διαπιστώνει ότι είναι τόσο μικρό, που αν δεν είχε νερό και λίγη βλάστηση δεν θα διέφερε από μια βραχονησίδα. Ενθουσιάζεται και αρχίζει να φτιάχνει ένα όνειρο. Να πείσει την οικογένεια του και την οικογένεια του Παναγιώτη να εγκαταλείψουν την Αθήνα και να μετακομίσουν στο νησάκι για μια πιο ανθρώπινη ζωή.
Πρώτα το λέει και προσπαθεί να πείσει τον Παναγιώτη, ο οποίος δεν ενθουσιάζεται καθόλου, αλλά παρόλα αυτά δέχεται να πάνε να δούνε από κοντά το νησάκι. Πηγαίνουν, και ο Μανώλης για να δείξει στον Παναγιώτη πόσο αποφασισμένος είναι γι’ αυτό το πείραμα, φυτεύει δέντρα, αφήνει ελεύθερα στο νησί κοτοπουλάκια και παίρνει δείγμα νερού από ένα πηγάδι για να το στείλει για ανάλυση. Το πείσμα και η πίστη του Μανώλη όπως επίσης το γεγονός ότι οι αναλύσεις λένε ότι το νερό είναι θαυμάσιο, κάνουν τον Παναγιώτη ν’ αρχίσει να το κουβεντιάζει σοβαρά.
Τις διακοπές του Πάσχα πηγαίνουν οικογενειακώς στην Μυτιλήνη και οι δύο άντρες κρυφά απ’ τους υπόλοιπους πηγαίνουν στο νησάκι για να διαπιστώσουν ότι όλα όσα έχουν φυτέψει έχουν ανθίσει όπως επίσης ότι τα κοτόπουλα έχουν μεγαλώσει κανονικότητα και έχουν πολλαπλασιαστεί. Μια καινούργια ζωή έχει δημιουργηθεί πάνω στο νησί και ο Παναγιώτης πείθεται.
Το σχέδιο προχωράει με περισσότερη όρεξη και πάθος. Το καλοκαίρι φέρνουν τις οικογένειες τους για camping στο νησί. Θέλουν να τους κάνουν να το αγαπήσουν και το καταφέρνουν. Μόλις γυρίζουν από τις διακοπές και από την παραδεισένια ατμόσφαιρα του νησιού μέσα στο καυσαέριο και στο τσιμέντο της Αθήνας, ο Παντελής μπαίνει στο νοσοκομείο μετά από μια ασυλλόγιστη χρήση ηρωίνης. Αυτή είναι η κατάλληλη στιγμή να το πουν στις γυναίκες τους. Η Ελένη, έχοντας το πρόβλημα του παιδιού της με τα ναρκωτικά πείθεται αμέσως. Η Άννα όμως μένει άφωνη μ’ αυτό το αλλοπρόσαλλο σχέδιο. Μετά από αντιρρήσεις, αμφιβολίες, συζητήσεις, τσακωμούς, δεκάδες απορίες και ερωτήσεις πείθονται όλοι. Και οι γυναίκες και τα παιδιά. Ο καθένας για τους λόγους του. Πέφτουν με τα μούτρα στη δουλειά για να οργανώσουν επιμελώς όλο το σχέδιο ούτως ώστε να το κάνουν να πετύχει. Ούτε μια λεπτομέρεια δεν πρέπει να μείνει στην τύχη.
Στις αρχές της Άνοιξης, μόλις φτιάχνει ο καιρός, όλοι οι άντρες ξαναπηγαίνουν στο νησί για να δουλέψουν σκληρά επί μια βδομάδα και να κάνουν τα εγκαταλελειμμένα πέτρινα σπίτια κατοικήσιμα. Η οριστική μετακόμιση τους γίνεται αμέσως μετά το τέλος των σχολείων. Στην αρχή τα πράγματα είναι λίγο περίεργα. Υπάρχει αδεξιότητα, ένταση, νεύρα, γκρίνια αλλά ο Μανόλης έχοντας το κι’ αυτό υπολογισμένο, παίζει τον ρόλο του αλχημιστή.
Μέρα με την μέρα τα πράγματα ηρεμούν. Σε λιγότερο από ένα μήνα έχουν αρχίσει να περνάνε καλά, τους έχουν φύγει οι υστερίες της μεγαλούπολης, έχουν ηρεμήσει, έχουν χαλαρώσει, τρώνε υγιεινά, ασκούνται, κάνουν καταπληκτικά σεξ, αισθάνονται υπέροχα, είναι υγιείς και όμορφοι. Ο γιος του Παναγιώτη, ο Παντελής, και η κόρη του Μανόλη, η Εύη, όντας ερωτευμένοι είχαν αποφασίσει να ολοκληρώσουν την σχέση τους στο νησί και το κάνουν. Η πιο αγνή ολοκλήρωση ενός αθώου εφηβικού έρωτα, γίνεται καλοκαίρι στο νησί την ώρα που ο ήλιος δύει, δίπλα στην θάλασσα. Για την Εύη είναι η πρώτη φορά.
Το νέο έρχεται να ψιλοαναστατώσει τους ήρωες μας οι οποίοι όμως βλέποντας ότι τα παιδιά είναι αποφασισμένα γι’ αυτή τη σχέση ησυχάζουν. Στο τέλος του καλοκαιριού, τα 2 παιδιά, τους ανακοινώνουν ότι θέλουν να γυρίσουν στην Αθήνα για να σπουδάσουν. Και το κάνουν. Μια μέρα εντελώς αναπάντεχα, δύο ψαράδες τους βλέπουν στο νησί και κάτι δεν τους αρέσει μια και η συμπεριφορά των ηρώων μας είναι λίγο παράξενη. Το καταγγέλλουν στην Αστυνομία. Η Αστυνομία αποφασίζει να ερευνήσει τι συμβαίνει και πηγαίνουν στο νησί. Μη βγάζοντας άκρη, εμπλέκουν στην υπόθεση τον στρατό. Πράγματι μετά τα Χριστούγεννα στην ήρεμη βραχονησίδα καταφθάνει πλοίο με την ηγεσία των στρατιωτικών δυνάμεων της Μυτιλήνης για έρευνα. Ο στρατός αποφασίζει ότι δεν υπάρχει τίποτε ύποπτο και φεύγει. Η Αστυνομία όμως οφείλει να στείλει αναφορά στα κεντρικά.
Ένας νεαρός φιλόδοξος δημοσιογράφος ανάμεσα στις εκατοντάδες αναφορές απ’ όλη την Ελλάδα ξεχωρίζει αυτήν την αναφορά από την Μυτιλήνη που διηγείται την ιστορία των ηρώων μας. Ενθουσιάζεται. Το λέει και πείθει τον διευθυντή του να πάει εκεί και να κάνει ρεπορτάζ. Το ρεπορτάζ γίνεται και μάλιστα δημοσιεύεται σε συνέχειες στην μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα, κάνοντας πάταγο. Όλοι θέλουν να διαβάσουν γι’ αυτόν τον τύπο που πήρε την οικογένεια του και τους κοντινούς του ανθρώπους και ζουν σε μια βραχονησίδα. Το θέμα παίρνει διαστάσεις. Το μεταδίδουν τα ραδιόφωνα, οι τηλεοράσεις, ο κόσμος ασχολείται μ’ αυτούς τους σύγχρονους Ροβινσώνες Κρούσους, ενώ οι ήρωες μας δεν έχουν πάρει τίποτα είδηση απ’ ότι συμβαίνει. Η Εύη και ο Παντελής μην περνώντας καλά στην Αθήνα αποφασίζουν ότι θέλουν να ξαναγυρίσουν στο νησί. Η Εύη είναι έγκυος και θέλει να γεννήσει εκεί απ’ την μία, απ’ την άλλη όμως όλη αυτή η δημοσιότητα που έχει γίνει για το νησί τους την τρομάζει.
Και όταν πια το αποφασίζουν και γυρίζουν πίσω στο νησάκι αυτό που αντικρίζουν τα μάτια τους δεν το χωράει ανθρώπου νους. Η ήσυχη, εγκαταλειμμένη βραχονησίδα στην άκρη του Αιγαίου στην οποία δεν πάταγε ψυχή, είναι πήχτρα από κόσμο, βάρκες, καΐκια, κρισ-κραφτ, φουσκωτά, τουρίστες, φωτογράφους, δημοσιογράφους, τηλεοπτικά συνεργεία, ρεπόρτερς, κότερα, ελικόπτερα, περίεργους που ζητάνε αυτόγραφα, διαφημιστές και κάθε είδους ανθρώπων που έχουν έρθει για να αναστατώσουν την ήρεμη ζωή των ηρώων μας στην βραχονησίδα τους.
_________________________________________________________
Νίκος Μουρατίδης: "Η βραχονησίδα"
ISBN 978-960-99040-0-1 - σελ. 355
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου