[γράφει ο Πάνος Γιαννάκαινας]
Το πρώτο βιβλίο της Ιφιγένειας Τέκου, Μνήμες χαμένες στην άμμο, γλίστρησε κυριολεκτικά στ' "απάνεμα νερά" ενός Αυγούστου που, τουλάχιστον στην δική μου περίπτωση, αφιερώθηκε στην ανάγνωση. Μια προσπάθεια άξια συγχαρητηρίων, καθώς το ιστορικό φόντο όπου η συγγραφέας εκτυλίσσει τον μύθο της δεν είναι και από τα πιο βατά...
Η αλήθεια είναι πως μυθιστορήματα με αναγωγή σ' εκείνα τα μαύρα και ταραγμένα χρόνια του ξεριζωμού των Ελλήνων από την Πόλη δεν υπάρχουν πολλά. Ίσως και γι' αυτόν τον λόγο το συγκεκριμένο μυθιστόρημα μου άφησε στο τέλος μια πικρία -καθώς περίμενα περισσότερη... εμμονή στα ιστορικά γεγονότα από μια δυνατή πένα υποσχόμενη μελλοντικές σελίδες δόξης τρανής!
Συμβαίνει συχνά ιδίως στους άπειρους -πλην ταλαντούχους- λογοτέχνες να παραβλέπουν το εξαίσιο "σερβίτσιο" και ν' αφιερώνονται ολόψυχα στο "κυρίως μενού", στο "έδεσμα", λησμονώντας την βασική αρχή της ισορροπίας του δοκιμαστή: Η τέρψη της γεύσης πρέπει πάντα να εκμηδενίζει την τέρψη του ματιού...
Η Ιφιγένεια Τέκου είναι αναμφίβολα χαρισματική. Ξεδιπλώνει νωχελικά τον μύθο της, χωρίς θόρυβο και εκστασιασμούς, παρά την τραγικότητα όσων περιγράφει. Μοναδική ένσταση κι εδώ, η παράτολμη νηφαλιότητα των πρωταγωνιστών, οι οποίοι συχνά ξεπερνούν τα εσκαμμένα: Δρουν αποφασιστικά και γενναία χωρίς την απαραίτητη "εκρηκτικότητα", παραμένουν ανένταχτοι χωρίς την φυσική εκείνη συμπεριφορική μαχητικότητα των "επαναστατών", εκδηλώνουν αισθήματα και εκφράζονται με το μεγαλείο του ανθρώπου της "γυάλας", του μη γήινου, του μη απτού. Θα περίμενε κανείς περισσότερο έκδηλο πάθος, μια κραυγή πόνου, έναν τραγικό ολετήρα σύνθλιψης των ανθρώπινων αντοχών -δεδομένου ότι η στόφα των ηρώων της δεν εκπηγάζει παρά από μια βυθισμένη στην αχλή της ασημαντότητας καθημερινότητα.
Στο πνεύμα όσων ήδη προείπα, θα συμβούλευα την συγγραφέα να "δουλέψει" πολύ τους διαλόγους: Σε πρώτη φάση, δραστική μείωσή τους τουλάχιστον κατά το ήμισυ, σε δεύτερη φάση "επένδυση" με φράσεις και λέξεις του συρμού, ώστε να μην στέκουν "τέλειοι" και συντακτικά "άσπιλοι". Βεβαίως αντιλαμβάνομαι ότι ο περιορισμένος χώρος των 332 σελίδων, για ένα μυθιστόρημα όπου συμβαίνουν τόσο πολλά, δεν αφήνει περιθώρια κάθε που ο συγγραφέας προσπαθεί να προάγει τον μύθο ή να τονώσει την δράση. Και στην περίπτωση της Ιφιγένειας Τέκου οφείλω να παραδεχθώ ότι η "έκταση" του κειμένου την αδικεί...
Τα καταφέρνει όμως εξαίσια (και το εκλαμβάνω σαν ενός είδους "ανταποδοτικής αποζημίωσης") στις περιγραφές, στην ατμοσφαιρική αφήγηση ιστοριών μιας Πόλης γνωστής - άγνωστης για πολλούς Ελλαδίτες, έχοντας στην διάθεσή της κυρίως δύο "όπλα" στην χρήση των οποίων κρίνεται ως μύστης: Τις τουρκικές λέξεις και φράσεις, τις οποίες μάλιστα φροντίζει να μεταφράζει χωρίς να διακόπτει την ζωντάνια της αφήγησης, και την ανάλαφρη, περιστασιακή αναγωγή στο ιστορικό παρελθόν της Βασιλεύουσας.
Ωστόσο, οι δύο αδελφές - κεντρικές ηρωίδες καταφέρνουν να προσελκύσουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη -αλλά μόνον αυτό, δεν ξεσηκώνουν τον οίκτο του, δεν προκαλούν την οργή του για τα όσα άδικα και απάνθρωπα τους συμβαίνουν. Όσο κι αν φαντάζει παράλογο, ενώ η συγγραφέας δεν κατάφερε να με κάνει να "βιώσω στο πετσί" τα δεινά τους, μπόρεσε να με κρατήσει "αναμμένον" μέχρι τέλους μ' ένα ενδιαφέρον κάπως... πατρικό για τις τύχες τους.
Δεν είναι ακριβώς ελάττωμα -αντιθέτως, είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα ενός συγγραφέα πολλά υποσχόμενου! Το αποκαλώ "ακαδημαϊκή ανάγνωση" και αφορά στο ότι ο αναγνώστης διαβάζει όχι ακριβώς με πάθος, αλλά με το ενδιαφέρον του ερευνητή - ακαδημαϊκού, αυτού που σκοπεύει να συναγάγει συμπεράσματα.
Στα τελευταία κεφάλαια, πάλι, η τροπή της ιστορίας λαμβάνει έναν κάπως "αστυνομικό" ρυθμό που σαφώς εντείνει το σασπένς και την αγωνία. Και ο επίλογος έρχεται φυσικά κι αβίαστα, θριαμβευτικά θα έλεγα, σαν δείγμα μια εξαίρετης γραφίδας: Δεν αναστέλλει, επιτείνει, δεν πληγώνει, διαπιστώνει και προσυπογράφει την έλευση κι άλλων, πιο δυνατών και συναρπαστικών αναγνωσμάτων από έναν άνθρωπο που ξέρει να δουλεύει σκληρά και να διδάσκεται.
Συμπερασματικά, πρόκειται για μια εξαιρετική πρώτη γραφή από μια "κυρία" του γραπτού λόγου, ένα βιβλίο ταιριαστό με την εποχή μας, θα σας συγκινήσει γλυκά και θα σας συντροφεύσει ακούραστα κατά τις "νεπέριες" ώρες του Αυγούστου, όπου το φως χάνει την σπιρτάδα του θέρους προετοιμάζοντας σιωπηλά τα βλέφαρα για τον "ύπνο" του επερχόμενου χειμώνα...
Διαβάστε επίσης: "Μνήμες χαμένες στην άμμο"
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου