[ γράφει ο Πάνος Γιαννάκαινας ]
Υπάρχουν βιβλία που, όσο ολιγοσέλιδα και λακωνικά κι αν είναι, μπορούν να χαστουκίσουν την ξετσίπωτη έπαρσή σου και να σε προσγειώσουν στην επίγνωση του αυτονόητου, του εδώ και χιλιάδες χρόνια παραδεδεγμένου, της αναλλοίωτης αλήθειας που (αλίμονο!) διέπει άτεγκτα την υπόστασή μας: ό,τι γεννιέται γηράσκει˙ κι ό,τι γηράσκει πεθαίνει.
Ο Ιταλός Valentino Bompiani υπήρξε ένας διανοούμενος του αιώνα που πέρασε, ο οποίος -μεταξύ άλλων- δεν δείλιασε να σταθεί παλικαρίσια εμπρός στην ιδέα του θανάτου και να την χλευάσει, να την κάνει σύμμαχό του, να την εξωραΐσει και, τέλος, αφού συμφιλιωθεί μαζί της, να φιλοσοφήσει πάνω στην ψυχρή ράχη της.
Τα τέσσερα κείμενά του, που ο εκδοτικός οίκος Άγρα συμπεριέλαβε σ’ ένα σπάνιας καλαισθησίας φτενό βιβλιαράκι μόλις 30 σελίδων «καθαρού» κειμένου, με τον τίτλο «Τα αόρατα γηρατειά», συνίσταται σε σποραδικές του δημοσιεύσεις στην εφημερίδα La Stampa το χρονικό διάστημα 1976 – 1982.
Υπάρχουν βιβλία που, όσο ολιγοσέλιδα και λακωνικά κι αν είναι, μπορούν να χαστουκίσουν την ξετσίπωτη έπαρσή σου και να σε προσγειώσουν στην επίγνωση του αυτονόητου, του εδώ και χιλιάδες χρόνια παραδεδεγμένου, της αναλλοίωτης αλήθειας που (αλίμονο!) διέπει άτεγκτα την υπόστασή μας: ό,τι γεννιέται γηράσκει˙ κι ό,τι γηράσκει πεθαίνει.
Ο Ιταλός Valentino Bompiani υπήρξε ένας διανοούμενος του αιώνα που πέρασε, ο οποίος -μεταξύ άλλων- δεν δείλιασε να σταθεί παλικαρίσια εμπρός στην ιδέα του θανάτου και να την χλευάσει, να την κάνει σύμμαχό του, να την εξωραΐσει και, τέλος, αφού συμφιλιωθεί μαζί της, να φιλοσοφήσει πάνω στην ψυχρή ράχη της.
Τα τέσσερα κείμενά του, που ο εκδοτικός οίκος Άγρα συμπεριέλαβε σ’ ένα σπάνιας καλαισθησίας φτενό βιβλιαράκι μόλις 30 σελίδων «καθαρού» κειμένου, με τον τίτλο «Τα αόρατα γηρατειά», συνίσταται σε σποραδικές του δημοσιεύσεις στην εφημερίδα La Stampa το χρονικό διάστημα 1976 – 1982.
Ο Bompiani δεν έχει ανάγκη συστάσεων ή φιλοφρονήσεων, όποτε το αποφασίζει να κοιτάξει κατάματα την αλήθεια: «Τα γηρατειά μοιάζουν με τους τσιγγάνους, ζουν με τις ελεημοσύνες.» Είναι η υποχωρητικότητα των άλλων, των νεότερων, σε ό,τι οι ηλικιωμένοι απαιτούν; Ή μήπως ο φόβος της επίγνωσης ότι αργά ή γρήγορα κι αυτοί θα γεράσουν και θα περιέλθουν σε αυτήν την «ακατανόητη» (προς το παρόν) κατάσταση;
Μπορεί και τα δύο. Άλλοτε με το θράσος του ανθρώπου που έχει συσσωρεύσει σοφία, η οποία κατά τον συγγραφέα δεν είναι τίποτε περισσότερο από τον φόβο που εμπνέει κανείς εξαιτίας της κατοχής αυτής ακριβώς της γνώσης, κι άλλοτε με την προκλητικότητα της απειλής, που εκτοξεύεται αφειδώς από τους υπερήλικες προς τα δροσερά νιάτα και που δεν συνίσταται σε τίποτα το χειροπιαστό και ουσιώδες, οι γεροντότεροι καταφέρνουν να επιβάλλονται στο περιβάλλον τους μέσα από μια σειρά μεταφυσικών δράσεων και αντιδράσεων, προσμετρώντας το κάθε τι με την δική τους επιμηκυμένη αντίληψη περί χρόνου, βάρους και διάστασης.
«Όταν είσαι γέρος, γίνεσαι αόρατος...» γράφει πικρά ο Bompiani. Μια διαπίστωση, που έχει να κάνει περισσότερο με την «τυφλότητα» των άλλων, των αδιάφορων, παρά με την κατ’ ουσίαν βιολογική πραγματικότητα των γέρων. Εν ολίγοις, είμαστε αυτό που οι άλλοι θεωρούν ότι είμαστε, αυτό που οι συνάνθρωποί μας πιστεύουν για εμάς –αποτελώντας την αντανάκλαση (και μόνον αυτήν) της υπόστασής μας στην συνείδησή τους. Ή μήπως όχι;
Νιάτα σημαίνει κίνηση, δράση, δημιουργία. «Να εντάσσεσαι στην καθημερινότητα έχοντας το βλέμμα σου στραμμένο προς το αύριο, να αναμειγνύεσαι με τους άλλους ανθρώπους, να συμμετέχεις... Χρόνος και χώρος ελεύθερος˙ μια πραγματική έκρηξη ευκαιριών, απαντοχής και ελπίδων. Για τους ηλικιωμένους δεν υπάρχουν αναβολές και παρατάσεις...».
Ωστόσο, αποτελώντας περίπου το 20% του ενεργού πληθυσμού, οι γέροι επιβαρύνουν με την αρνητικότητα και την απάθεια που τους χαρακτηρίζει το υπόλοιπο ποσοστό του πληθυσμού των κοινωνιών. Είναι απαραίτητο να επανενταχθούν, «δίχως να ‘κλέβουν’ την ελεύθερη θέση των άλλων στην αλυσίδα της συνεργασίας», να πάψουν να είναι αρνητικοί μόνο επειδή δεν καταφέρνουν να ζήσουν στο τώρα, να ακολουθήσουν τις εξελίξεις της εποχής και να συγχρονιστούν με τους νεότερους.
Κι όποτε σημειώνεται σύγκρουση μεταξύ των μελών ενός κοινωνικού συνόλου, δεν πρέπει να ανησυχούμε: γιατί αυτό καταδεικνύει ότι καταλαμβάνουμε χώρο, υπάρχουμε, ενώ σε άλλη περίπτωση, όταν περιθωριοποιούμαστε, δεν κάνουμε τίποτε περισσότερο από το καλλιεργούμε μέσα μας την «βεβαιότητα που ορθώνεται μπρος στα μάτια μας και κάθε μέρα ζυγώνει όλο και περισσότερο... Όσο περισσότεροι άγγελοι υπάρχουν στον ουρανό τόσο περισσότερος χώρος υπάρχει...».
Οι ηλικιωμένοι άνθρωποι ανακαλούν επιλεκτικά την μνήμη. «Είναι προφανές πως όσο προχωρά η ηλικία τείνουμε να περνάμε από την πράξη στην περισυλλογή, από την συμμετοχή στο νόημα του βιωμένου χρόνου... Η ιδέα του θανάτου είναι πανταχού παρούσα...». Αλλά για τους νέους, ο θάνατος «είναι ένα δυστύχημα; Ένας ακρωτηριασμός;». Οι νέοι «απορρίπτουν ό,τι δεν είναι τυχαίο, απρόβλεπτο και άχρηστο...».
Αλλά όταν χτύπησε ο σεισμός στο Ρέτζιο Καλάμπρια, ο κόσμος πανικόβλητος ξεχύθηκε προς την παραλία, «κρατώντας όπως όπως στην αγκαλιά τα παιδιά, το καμινέτο, το σακούλι με το ξερό ψωμί, την κούνια του νεογέννητου και το πορτρέτο της πεθαμένης θείας με το βελούδινο πλαίσιο. Μολονότι υπό το κράτος της απειλής, οι άνθρωποι δεν είχαν λησμονήσει τη βαθύτερη συνάντηση που είχαν μ' εκείνο το κάτι παραπάνω που διακρίνει την ποιότητα της ζωής.»
Ένα βιβλίο για καθαρά μυαλά, όταν ορέγεσαι περισυλλογή και διανόηση επί θεμάτων «άχρονων», όταν σε δαιμονίζουν ερωτήματα δίσεκτα, εκεί, στο τέλος κοντά του νήματος...
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου